Είναι τραγικό να αισθάνομαι τέτοια ανασφάλεια στον ίδο μου το τόπο. Ειδικά όταν αυτός ο τόπος και ο λαός του, δεν είχαν δώσει ποτέ δείγματα «καθημερινής» εγκληματικότητας. Έτσι έχω μάθει. Σαν παιδιά, μπορεί να μην είχαμε πάρκα και πλατείες για να παίξουμε και να κάνουμε τις σκανταλιές μας, αλλά δεν διστάζαμε, ούτε βέβαια και οι γονείς μας, να βγούμε στους δρόμους, να στήσουμε τα τέρματα, να κάνουμε αγώνες τρεξίματος, ακόμα και να πολεμήσουμε μεταξύ μας με τα φυσοκάλαμα. Πρέπει βέβαια να παραδεχθώ πως οι εποχές έχουν αλλάξει, πως έχω μεγαλώσει και πως σε τελική ανάλυση τα τότε παιχνίδια μας δεν συγκινούν πλέον κανένα παιδί. Εδώ όμως δεν κάνω κοινωνιολογική ανάλυση για τις ανάγκες των παιδιών ούτε για τα παιχνίδια τους και τις τάσεις της κάθε εποχής, αλλά καταγράφω γεγονότα όπως τα βίωσα σαν παιδί και γεγονότα που βιώνει ή θα βιώσει το δικό μου παιδί.
Είναι φανερό πως τον τελευταίο χρόνο έχουμε γίνει μάρτυρες μιας αχαλίνωτης εγκληματικότητας που όμοιά της δεν έχει γνωρίσει ποτέ η Ελλάδα, παρά μόνο ίσως στην διάρκεια του 19ου αιώνα με τους κατσικοκλέφτες και τους τσιφλικάδες. Είναι επίσης φανερό πως για ένα μεγάλο – αν όχι το μεγαλύτερο – ποσοστό αυτών των βίαιων γεγονότων υπαίτιοι είναι οι αλλοδαποί που βρέθηκαν στη χώρα μας είτε γιατί πίστεψαν ότι βρήκαν τη γη της επαγγελίας είτε προσωρινά, χρησιμοποιώντας τη ως γέφυρα για τον παράδεισο.
Δεν με αφορά καθόλου, ούτε και με συγκινεί, αν ζούνε μέσα στην εξαθλίωση, τη φτώχεια και τη πείνα. Πρόκειται για ανθρώπους που επέλεξαν για τους δικούς τους λόγους τη παράνομη ζωή και σαφώς δεν θα τους κρίνω εγώ γι’αυτό, αλλά μιλώντας για ανθρώπινα δικαιώματα δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να αφήσω απ’έξω τον εαυτό μου και την οικογένειά μου. Μήπως εγώ δεν έχω δικαίωμα στη ζωή, στην υγεία και στη μόρφωση; Μήπως εγώ δεν προσφέρω σε αυτό το τόπο και τους ανθρώπους του; Είναι ξεκάθαρο ότι κάποιοι τα έχουν μπερδέψει και επειδή δεν θέλω να δώσω δικαίωμα να χαρακτηριστώ αφοριστικός, τονίζω ακόμα μια φορά πως το θέμα μου δεν είναι οι μετανάστες αλλά οι παράνομοι μετανάστες.
Σαφώς και αναγνωρίζω πως η πολιτεία κάνει τα αδύνατα δυνατά να τους χρησιμοποιεί σε όφελός της, πολλές φορές οδηγώντας τους η ίδια στην εξαθλίωση με μεροκάματα πείνας, αναγκάζοντάς τους να ζουν στοιβαγμένοι σε μια γκαρσονιέρα και σε πολλές περιπτώσεις παίζοντας κρυφτό μαζί τους. Όμως βλέπω και αναγνωρίζω ποιοι είναι αυτοί που ήρθαν για να κάνουν καλύτερη τη ζωή τους και είναι πρόθυμοι να δώσουν ανταλλάγματα. Δηλαδή να παιδευτούν όπως παιδευόμαστε εσύ κι εγώ. Να στείλουν τα παιδιά τους στο σχολείο, να αγοράσουν ένα διαμέρισμα κι αν τα καταφέρουν να στήσουν ακόμα και τη δική τους επιχείρηση. Με λίγα λόγια προσπαθούν να μπουν σ’αυτό που λέγεται δυτικός τρόπος ζωής. Αυτή η έκφραση βέβαια για πολλούς είναι αμφιλεγόμενη ως προς την αξία της. Ίσως να έχουν δίκιο, ίσως κι όχι. Δεδομένου όμως πως αυτό είναι το ισχύων καθεστώς και πρότυπο αυτής της χώρας, οφείλουμε να τους αναγνωρίσουμε πως το σέβονται και το ακολουθούν.
Δεν μπορώ λοιπόν και δεν είμαι υποχρεωμένος να δεχθώ ανθρώπους που όχι μόνο απέχουν από τη παραπάνω περιγραφή, αλλά επιπλέον κάνουν ότι μπορούν για να επιβιώσουν εις βάρος μου. Δεν πρόκειται για παράσιτα που βρίσκουν χώρο και τροφή και αναπτύσσονται δίπλα στο υγιές δέντρο αλλά για παράσιτα που προσπαθούν να το ξεριζώσουν και να πάρουν τη θέση του.
Δολοφόνοι, βαποράκια, έμποροι ναρκωτικών και όπλων, νταβατζήδες, κλέφτες των 100 ευρώ είναι τα κυριότερα επαγγέλματά τους. Άνθρωποι ακάματοι και δίχως δισταγμούς. Άνθρωποι χωρίς παιδεία, από λαούς χωρίς ταυτότητα και κουλτούρα. Για σκέψου το λίγο. Αυτούς πραγματικά θέλουμε; Γιατί ναι μεν η παγκοσμιοποίηση και η νέα τάξη πραγμάτων προστάζει τη μίξη των λαών και ότι συνεπάγεται αυτό, αλλά σε καμία περίπτωση δεν υποχρεώνει ένα λαό να γίνει υπόδουλος ενός άλλου. Τουλάχιστον όχι κατ’αυτή την έννοια.
Δεν μπορώ να ρίξω τις ευθύνες στην αστυνομία. Οφείλω όμως να την καταγγείλω για αδυναμία. Στην ουσία όμως η πολιτεία είναι υπεύθυνη γι’αυτήν τη κατάσταση. Ή μάλλον η πολιτική εξουσία που χωρίς καμία προετοιμασία αποφάσισε ερήμην μας πως αυτό είναι το καλύτερο για εμάς. Δεν είμαι σε θέση να προτείνω λύσεις ούτε καν υποδείξω στις αρχές πως να κάνουν τη δουλειά τους. Απαιτώ όμως να με σεβαστούν, να με προστατεύσουν και πολύ περισσότερο να παίξουν σωστά το ρόλο που τους έχει ανατεθεί και δέχθηκαν να αναλάβουν.
Προσωπικά πιστεύω πως μονάδες που βλάπτουν το σύνολο δεν χωρούν σ’αυτό. Δεν δέχομαι πως τάχα μου λόγο της καραμέλας που πιπιλίζουν μερικοί περί ανθρώπινων δικαιωμάτων, πρέπει να υποστώ εγώ τις συνέπειες. Στη τελική δεν είμαι τόσο μεγαλόκαρδος. Κάθε παράνομος που συλλαμβάνεται – έστω αυτοί οι λίγοι – γιατί πρέπει να κλείνεται σε μια φυλακή και να μην τον στέλνουν από εκεί που ήρθε; Πιστεύει μήπως κανείς πως σαν χώρα χρειαζόμαστε κι άλλους μετανάστες; Αντέχουμε; Γιατί λοιπόν πρέπει να φτιάχνουμε στρατόπεδα υποδοχής δηλαδή συγκέντρωσης για τους «άτυχους» που σώθηκαν και δεν πνίγηκαν; Γιατί να τους κρατήσουμε εδώ, να τους εξαθλιώσουμε πνίγοντας κάθε ίχνος ανθρώπινης αξιοπρέπειας που τυχόν διαθέτουν και να μην τους στείλουμε στη πατρίδα τους; Έλα τώρα μην μου πεις περί πολιτικού ασύλου... Ούτε ένας στους χίλους δεν παίρνει τέτοια ιδιότητα.
Ειλικρινά μου είναι δυσάρεστο να εκφράζω τις απόψεις μου με σκληρό και κάθετο τρόπο. Δεν μπορώ όμως να κάνω τάχα πως δεν με αφορά ούτε να μιλάω με τη γλώσσα της διπλωματίας, ναι μεν αλλά... Όπως ο μετανάστης έχει δικαίωμα να υπερασπίσει το δικαίωμά του στη ζωή, άλλο τόσο έχω κι εγώ. Και πολύ περισσότερο όταν εγώ βρίσκομαι σε άμυνα.-
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου