From LikeToBite |
Ωρα προχωρημένη μετά τα μεσάνυχτα.
Κάθομαι σε ένα συνοικιακό καφέ και πίνω το ποτό μου. Ο καιρός αν και αρκετά δροσερός επιτρέπει ακόμα να κάθεται κανείς έξω.
Μπροστά μου έχει αρκετό γκαζόν, δέντρα καταπράσσινα και θάμνους για να έχω την ψευδαίσθηση πως μπορεί να είμαι κάπου άλλου... Ο κόσμος που κυκλοφορεί είναι ελάχιστος και οι λίγες σκιές που διασχίζουν τα κρύα φώτα του δήμου, με βάζουν μέσα στο παιχνίδι που παίζει το λευκό-μπλε φως μαζί τους.
Το καφέ έχει αδειάσει πια. Όχι τελείως όμως. Δίπλα μου κάθεται μια αριστοκρατική κυρία ντυμένη με τα καλά της ρούχα. Φοράει εκρού παντελόνι, ίδιο χρώμα μπλούζα στολισμένη με τρεις σειρές χάντρες και το ίδιο χρώμα γόβες. Τα χείλια της είναι κατακόκκινα και όπου και να τη κοιτάξεις αστράφτει. Λίγο οι χάντρες, λίγο τα χρυσά μακριά σκουλαρίκια, τα περιποιημένα κόκκινα νύχια της, τα αεικίνητα μάτια της, τα χρυσόξανθα πλούσια και αγορίστικα μαλλιά της, είναι αρκετά για να σου τραβήξει τη προσοχή. Είναι μια λαμπερή γυναίκα.
Γνωριζόμαστε από παλιότερα καθώς και οι δυο ειμαστε σχεδόν καθημερινοί θαμώνες σ'αυτό το καφέ. Ή μάλλον εγώ είμαι συχνός θαμώνας. Εκείνη βρίσκεται πάντα εκεί και την ξέρουν όλοι. Ακόμα και οι μικροπωλητές. Ξαφνικά ανοίγει τη λευκή με χρυσά φιτίλια τσάντα της, βάζει το χέρι της μέσα, πιάνει κάτι και όταν το βγάζει το απλώνει στη κοπέλα που μας σερβίρει και της το δίνει. Επαναλαμβάνει την ίδια κίνηση αλλά αυτή τη φορά απλώνει το χέρι της σε κάποιον άλλο. Τι τους δίνει άραγε; Κοιτάω περίεργος και βλέπω πως τους έχει δώσει από ένα μικρό επιτραπέζιο ρολόι. Ψευτοπράγματα που έχει ψωνίσει από κάποιον μικροπωλητή. Η καλύτερή τους πελάτισα! Αλλά τι σημασία έχει αν είναι ψεύτικα; Αυτή η γυναίκα ένιωσε την ανάγκη να κάνει από ένα δώρο σ'αυτούς τους ξένους ανθρώπους χωρίς προφανή λόγο.
Πιάνουμε τη κουβέντα. Ξέρω πια πως ζει μόνη της, ξέρω για τον άντρα που είχε, ξέρω πως δεν θέλει να πηγαίνει σπίτι της. Γι'αυτό θα τη βρει κανείς συνεχώς σ'αυτό το καφέ. Κάποτε μου είπε πως της δίνει ζωή να βρίσκεται ανάμεσα σε ανθρώπους ακόμα και άγνωστους. Οι συζητήσεις μας συνήθως δεν έχουν αρχή και τέλος. Απλά μιλάμε. Θα πιαστεί από μια κουβέντα που θα πω και θα μου πει τη δική της. Της ανταποδίδω, αλλά εκείνη έχει για όλα να πει κάτι. Ξέρει για το Internet και παρακολουθεί και ποδόσφαιρο αν τύχει να βάλει το καφέ.
Μπορώ να έχω ακόμα ένα ποτό; ρωτάω τη κοπέλα που σερβίρει. Δεν χάνει ευκαιρία και μου λέει: το απολαμβάνεις το ποτό σου έτσι; Φυσικά της απαντώ. Αυτή την ώρα με ξεκουράζει το ποτό. Αδειάζω το μυαλό μου από το φως της ημέρας και αφήνω να μπουν μέσα οι σκιές και ότι λαμπυρίζει στο σκοτάδι. Καταλαβαίνω μου λέει. Τι θέλει ο άνθρωπος για να είναι καλά; ένα ποτό και ένα χαμόγελο! Όλα τα άλλα έρχονται μετά.
Ναι κυρία Χαρά! εύχομαι να είσαι εκεί δίπλα μας άλλα εβδομήντα πέντε χρόνια και να μας χαμογελάς. Σ'ευχαριστώ.